Ο άνθρωπος που κοιτούσε τους στύλους

Το γλυκό και κόκκινο σαν κοκκινέλι φως του δειλινού ποτίζει τον καθαρό ουρανό. Αλλά εκείνος όντας γερός πότης δεν μεθάει εύκολα. Εγώ περπατάω αμέριμνος με το βλέμμα στραμμένο πότε προς τα κάτω και πότε προς τον ουρανό. Με το κεφάλι στραμμένο παντού εκτός από κάπου συγκεκριμένα.

Εκείνος στέκεται εκεί. Τον παρατηρώ ξαφνικά με την άκρη του ματιού μου. Κατά τύχη. Λίγα ακόμη βήματα. Κοιτάζω καλύτερα. Παρατηρώ το βλέμμα του. Είναι γύρω στα πενήντα, φοράει σακίδιο και δεν στέκεται απλά. Όχι. Στέκεται και παρατηρεί με προσοχή τον στύλο μπροστά του. Ο χρόνος φαίνεται να περνάει δίπλα του ζητώντας του συγγνώμη χωρίς να τον αγγίζει. Εκείνος στέκεται. Για λεπτά. Για ώρες. Για χρόνια. Ο κόσμος γύρω του αλλάζει αλλά εκείνος στέκεται. Η προσοχή του τραβάει την προσοχή μου. Στέκομαι δίπλα του. Παρατηρώ και εγώ. Την μια αυτόν. Την άλλη τον στύλο. Την μία τον στύλο και την άλλη αυτόν. 

Αναρωτιέμαι. Το γιατί. Πάντα πρέπει να υπάρχει ένα γιατί. Δεν μπορείς κύριε να βγαίνεις έτσι χωρίς το γιατί σου πρόχειρο και καλοταϊσμένο. Γιατί λοιπόν; Να τα έχει χαμένα; Να του έπεσαν άραγε από την μνήμη τα προσωπικά του στοιχεία και να μην μπορεί να τα βρει πουθενά; Να προσπαθεί να  δώσει λύση στο αιώνιο ερώτημα αν ο στύλος είναι στραβός και εκείνος ίσιος ή το αντίθετο; Να είναι άραγε ο κατασκευαστής του εν λόγω στύλου και να αξιολογεί το έργο του; 

Η επιμονή του να κοιτάζει το στύλο αντί να απαντάει στα σιωπηρά μου ερωτήματα με εκνευρίζει μεν, αλλά με πείθει. Προχωρώ πιο κοντά. Στέκομαι και γω και παρατηρώ με τη σειρά μου τον στύλο. Μετά από λίγα λεπτά παρατήρησης καταλήγω σε επιστημονικό συμπέρασμα. Είναι ένας στύλος. Στέκεται εκεί και τον βλέπω. Όπερ έδη δείξαι. Ακόμη λίγα λεπτά έρευνας δείχνουν ότι ο στύλος είναι ένας πλήρως συνηθισμένος στύλος. Ένας άχαρος, ψηλόλιγνος βαθυπράσινος στύλος σαν αυτούς που υπάρχουν κατά χιλιάδες στην πόλη. Σαν έναν από αυτούς που μου φάγαν την Μαίρη. Για την ακρίβεια αυτός ο στύλος είναι τόσο βαρετός που δεν έχει ούτε καν μία γρατζουνιά πάνω του, ενώ η Μαίρη θα τον χώριζε μετά την πρώτη βδομάδα. 

Σαν να χλευάζει τα τουλάχιστον πέντε λεπτά επιστημονικής μου μελέτης και εξέλιξης, εκείνος προχωρά. Όχι για πολύ. Δυο βήματα μόνο. Μέχρι να συναντήσει τον επόμενο στύλο, να σταθεί και να τον παρατηρήσει. Για λεπτά; Για ώρες; Για χρόνια; Ποιος ξέρει.

Σε εκείνο το σημείο αποχωρώ. Αισθάνομαι ηττημένος. 

Λίγα μέτρα πιο μετά, καθώς ο υπεύθυνος για τα χρώματα της ημέρας, συνεχίζει να ανακατεύει σταθερά με μαύρο το κόκκινο του ουρανού σκουραίνοντάς, το σκέφτομαι. Η χαρά της ανακάλυψης με κατακλύζει και η αρκούντως μελό μουσική των credits αρχίζει να παίζει καθώς οι τίτλοι τέλους εμφανίζονται πίσω από την πλάτη μου. 

"Τί το εντυπωσιακό, τί το περίεργο έχει τελικά να κοιτάς ένα στύλο; Μήπως άραγε τόσοι και τόσοι άνθρωποι δεν στέκονται να κοιτάνε για λεπτά, για ώρες, για χρόνια έναν στύλο, έναν άνθρωπο - στύλο, ή έναν άνθρωπο που αντιμετωπίζουν σαν στύλο, λες και αυτός πρόκειται να κάνει κάτι; Λες και πρόκειται ξαφνικά να ξεριζώσει τις πλάκες γύρω  του, να τεντωθεί, να τους πει ότι βαρέθηκε την απραγία τους και να τους και με ένα μαγικό τρόπο να τους λύσει όλα τους τα προβλήματα, να τους αλλάξει τη ζωή και τους εαυτούς τους τους ίδιους,  να τους ορκιστεί αιώνια αγάπη, φιλία, πίστη και δεν ξέρω γω τί άλλο; 

Και σα να μην έφτανε αυτό, μετά προχωρούν και στον επόμενο και κάνουν ακριβώς το ίδιο". 

Comments