Αναμνήσεις pt.3

"Θυμάστε όταν ήμασταν μικροί; Ήμασταν αδίστακτοι τότε. Ήταν αδίστακτοι, δηλαδή. Όλοι εκείνοι. Ο Κώστας, ο αδερφός του ο Τάκης, ο Ηλίας και η παρέα τους, αυτοί που φορούσαν καινούριαν τζην, είχαν πάντα το τελευταίο μοντέλο κινητό, αγόραζαν εκείνα τα πανάκριβα μπουφάν που σε κάνουν να μοιάζεις με την μασκότ της Μισελέν με ενισχυμένο γουνάκι και ο μεγαλύτερος ξάδερφός τους τους άφηνε να έρχονται στο σχολείο με το "κωλοφτιαγμένο" μηχανάκι του με τα μπλε λεντάκια και να κάνουν μόστρα στην Καιτούλα... Τους θυμάμαι πολύ καλά όλους αυτούς. Δεν με άφηναν σε ησυχία θυμάμαι τότε. Το τί καζούρα μου ρίχναν δε λέγεται. Μιά για τα σπυράκια, μια για τα γυαλιά, μια για το πολύ διάβασμα. Σκληρές εποχές. Ήταν και η Καιτούλα, θυμάμαι, στη "συμμορία τους". Την είχαν θαμπώσει εκείνα τα μπλε λεντάκια, το τσιγάρο στις τουαλέτες κρυφά από τους καθηγητές, τα  Levis που σου φτιάχνουν "ωραίο κώλο" και οι βόλτες στα κλαμπ της παραλιακής με το μηχανάκι του ξαδέρφου. 

Και τώρα; Τώρα;  Που 'ναι όλοι αυτοί  που στο σχολείο το παίζαν μάγκες και καμπόσοι ; Από τα λίγα που ξέρω από γνωστούς, ο Κώστας  δουλεύει το ψιλικατζίδικο του πατέρα του. Ο Τάκης έβγαλε ένα ιδιωτικό ΤΕΙ και τώρα κάνει μεροκάματα που - και - που γιατί δουλειά δεν υπάρχει, ενώ ο Ηλίας και ο ξάδερφος δουλεύουν στο βενζινάδικου του θείου και πατέρα του ξαδέρφου εναλλάξ την ίδια βάρδια.

Ενώ εγώ; Τί πτυχία, τί μάστερ, τί διδακτορικά, τι εξωτερικά, τί φοιτήτριες, τι παραστάσεις, τί συναυλίες, τί να γυρίσω και να φτιάξω μόνος μου τη ζωή ως σερβιτόρος σε καφετέρια στο κέντρο της Αθήνας για τρεις κι εξήντα ; Όλα τα 'χω. 

Το μόνο που με στενοχωρεί είναι ότι δεν έχω ιδέα τι κάνει η Καιτούλα. Το μόνο που με θλίβει είναι ότι δεν κατάφερα να την πηδήξω τότε. Και ότι κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα την πηδήξω ποτέ. Α ρε Καιτούλα... Γιατί ρε Καιτούλα, γιατί ρε Καιτούλα, ΓΙΑΤΙ ΡΕΕΕ;",

 φώναξε και ξέσπασε σε λυγμούς, σκουπίζοντας τα δάκρυά του με το βετέξ που είχε για να καθαρίζει τα τραπέζια.

Comments