κ. Δημήτρης Οικονόμου

"κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος". Έτσι συστηνόταν πάντα. Σε όλους ανεξαιρέτως. Βέβαια σίγουρα δεν υπήρχαν και πολλοί που να τους ενδιέφερε τί έκανε ο κ. Δημήτρης Οικονόμου, αλλά τον ίδιο τον ενδιέφερε και μάλιστα πολύ. Ήταν υπεύθυνος τμήματος στην εταιρεία που δούλευε και ήταν κάτι παραπάνω  από περήφανος γι'αυτό. Ήταν μια θέση που είχε πάρει, όχι κερδίσει (ναι, κερδίσει ήταν η σωστή λέξη σκεφτόταν πάντα από μέσα του) με την αξία του, με κόπο και ιδρώτα. Είχε κάνει θυσίες για αυτή τη δουλειά εκείνος, είχε περάσει δύσκολες μέρες εκείνος!

Από 18 χρονώ σπούδαζε, 4 χρόνια το πτυχίο, 2 χρόνια το μάστερ, άλλα 2 το δεύτερο μάστερ και 2 το ντοκτορά σύνολο 10! 10 χρόνια σπουδές! Και δεν ήταν κανάς πλούσιος, δεν ήταν ότι το φύσαγε το παραδάκι ο κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος. Όχι, όχι, το κάθε άλλο. Ήταν ανάγκη να δουλεύει παράλληλα. Μάλιστα. Δούλευε και σπούδαζε, σπούδαζε και δούλευε. Και πολλές φορές και δυο δουλειές, τρεις στην ανάγκη, με αποτέλεσμα μερικές φορές ακόμη και ο πολύς ο ύπνος να του φαντάζει πολυτέλεια. Και από παρέες, τίποτα ε; Πού να προλάβει ο κ. Δημήτρης Οικονόμου, ο υπεύθυνος τμήματος! Για γυναίκα; Ούτε λόγος!

Και ύστερα τελειώνει τις σπουδές. Και παίρνει τα τρία, όχι, τέσσερα πτυχία του. Και μετά έρχεται η δουλειά. Πόσο κόπο έκανε να βρει τη δουλειά αυτή! 6 χρόνια έψαχνε! Μάλιστα! 6 χρόνια έψαχνε! Οπότε 10 για τις σπουδές και 6 για τη δουλειά, σύνολο 16 χρόνια για να γίνει ο "κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος".  Και αν βάλεις και το σχολείο  (στο οποίο ήταν βεβαίως άριστος μαθητής) άλλα 12, έχουμε σύνολο 28. Σχεδόν μια τριαντακονταετία για να γίνει ο Δημήτρης Οικονόμου, "κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος".

Πόσο χάρηκε όταν βρήκε αυτή την κενή θέση στην εταιρία! Θυμήθηκε ότι απλώς δούλευε εκεί, στα τελευταία έτη των σπουδών του ως βοηθός του λογιστή, ανειδίκευτος, και μια φορά έτυχε να αρρωστήσει ο υπεύθυνος του τμήματος. Τον πήραν δοκιμαστικά στην αρχή, μετά είδαν και τα προσόντα του, είδαν ότι ήταν και καλοδουλευτής, δεν ζητούσε αυξήσεις και άδειες, ε, δεν ήθελε και πολύ. Πήραν τον άλλον τηλέφωνο και του είπαν να μην επιστρέψει ποτέ από την αναρρωτική. Ο κ. Δημήτρης Οικονόμου είδε το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα.

Πώς λοιπόν να μην το λέει φωναχτά, πώς να μην το κάνει γνωστό σε όλους;
"κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος"  έλεγε αργά με επίσημο ύφος, αφού πιο πριν είχε καθαρίσει τη φωνή του μ'ένα βηχαλάκι και ύστερα έδινε σφιχτές χειραψίες. Έπειτα φούσκωνε από περηφάνια και είχε ένα βλέμμα προσμονής για λίγα δευτερόλεπτα, σα να περίμενε ο συνομιλητής του να τον συγχαρεί για τη θέση του.  Βέβαια αυτά τα συγχαρητήρια δεν ερχόντουσαν ποτέ.

Είχε ένα γραφείο ωραιότατο ο "κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος". Στο τέταρτο πάτωμα της εταιρίας, τρίτη πόρτα δεξιά. Πάνω σε μια μπρούτζινη πλακέτα έγραφε με χαραγμένα κεφαλαία γράμματα: "Κ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ" (Πόσο τη λάτρευε αυτή τη ταμπέλα! Πόσο χάρηκε όταν μπήκε!). Αν άνοιγες την πόρτα, θα έβλεπες ένα μικρό δωμάτιο, με ένα μικρό αλλά αξιοπρεπές ξύλινο γραφειάκι και πίσω του, 3 βιβλιοθήκες παραφουσκωμένες με το δίχως άλλο σημαντικά λογιστικά και παντός είδους έγγραφα. 2 - 3 καρέκλες ήταν τοποθετημένες μπροστά από το γραφείο, ώστε να κάθονται οι πελάτες ή το προσωπικό αν χρειαζόταν να περιμένουν να τελειώσει ο κ. Δημήτρης Οικονόμου κάποια σπουδαία δουλειά προτού εξυπηρετηθούν οι ίδιοι. Τα πάντα φάνταζαν προσεγμένα, τακτοποιημένα, εντύπωση σου έκανε που χωρούσαν τόσα πολλά πράγματα, σε τόσο μικρό δωμάτιο.

Σε αυτό το γραφειάκι, βρισκόταν κάθε μέρα από τις 08.00 - 18.00 ο κ. Δημήτρης Οικονόμου. Ναι μάλιστα, 10 ώρες. Και τις υπερωρίες δεν τις πληρωνόταν πάντα. Ήταν σπουδαία δουλειά να είσαι υπεύθυνος τμήματος, σημαντική δουλειά. Κάθε μέρα 08.00 - 18.00. Και ύστερα, σπίτι. Δουλειά. Γιατί ήταν απαιτητική δουλειά να είσαι υπεύθυνος τμήματος. Δεν τελείωνε στις 18.00. Ήθελε να δουλεύεις και λίγο σπίτι. Και έτσι και έκανε ο "κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος". Ήταν επαγγελματίας, σοβαρός επαγγελματίας ο κ. Δημήτρης Οικονόμου. Και από παρέες τίποτα, ε; Για γυναίκα; Ούτε λόγος! Πού να βρει χρόνο ο κ. Δημήτρης Οικονόμου, ο υπεύθυνος τμήματος; Ήταν σοβαρός επαγγελματίας αυτός!


Στο γραφειάκι του βρισκόταν και τώρα. Ώρα 11:36. 17 χρόνια ήδη σε αυτή τη δουλειά. 17 χρόνια και 10 οι σπουδές και 12 το σχολείο και 6 πριν το σχολείο, σύνολο 45. 45 χρονών σε αυτή τη δουλειά. 45 χρονών 12 ώρες την ημέρα, χωρίς αυξήσεις, χωρίς προαγωγές, με ελάχιστες άδειες. 45 χρονών χωρίς φίλους, χωρίς γυναίκα, χωρίς οικογένεια. 45 χρονών "κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθυνος τμήματος", "κ. Δημήτρης Οικονόμου, σοβαρός επαγγελματίας". 45 χρονών  έγγραφα σημαντικά και σπουδαία, σφραγίδες και υπογραφές σχεδόν  αποκλειστικά.

Ξαφνικά η πόρτα του χτύπησε. Δις.
-Παρακαλώ;
-Γεια σας, είμαστε ο κος και η κα Κατερινάκη, για την υπόθεση με την εξοχική κατοικία...
-Α, μάλιστα, μάλιστα. Περάστε.

Η πόρτα άνοιξε και μέσα μπήκε το ζεύγος Κατερινάκη. Αυτός μελαχρινός, ψηλός, σίγουρος. Εκείνη ξανθιά, πιο κοντή. Και οι δυο χαμογελαστοί. Τη κρατούσε αγκαζέ. Του παρέδωσαν κάτι έγγραφα και καθίσαν στις 2 καρέκλες μπροστά από το γραφείο του. Ο κ. Δημήτρης Οικονόμου στρώθηκε σχεδόν αμέσως στη δουλειά. Δούλευε πυρετωδώς. Το βλέμμα του ήταν πλήρως αφοσιωμένο στα έγγραφα, τα μάτια του κόντευαν να πεταχτούν από τις κόχες στην προσπάθειά τους να ακολουθήσουν πιστά, κάθε γράμμα, κάθε συλλαβή κάθε πυκνογραμμένης σειράς, κάθε κιτρινιασμένης σελίδας. Έγγραφε, έσβηνε, ξανάγραφε, ξανάσβηνε. Έπειτα υπέγραφε, βουτούσε τη σφραγίδα στο μελάνι και σφράγιζε δις. Και πάλι από την αρχή.

Που και που έριχνε κλεφτές ματιές στο ζευγάρι. Παρατηρούσε τα λαμπερά τους μάτια, το γεμάτο πόθο βλέμμα τους. Τους έβλεπε να πειράζονται μεταξύ τους σα να ήταν μόνοι τους στο μικρό γραφειάκι, και όταν τελειώνουν το μικρό τους παιχνίδι, να δαγκώνουν απαλά ο ένας τα χείλη του άλλου και να χαμογελάνε πλατιά μ'ένα βλέμμα που σιωπηρά έλεγε "σ'αγαπώ". Όταν, καμιά φορά το βλέμμα του ζευγαριού συναντιόταν με το βλέμμα του κ. Δημήτρη Οικονόμου, χαμογελούσαν και οι τρεις αμήχανα, και το ζευγάρι σταματούσε απότομα. Τα μάγουλά τους κοκκίνιζαν και έστρεφαν χαμηλά το βλέμμα τους σα δυό μαλωμένα παιδιά, περιμένοντας να αποστρέψει τα μάτια του "ο αυστηρός γονιός" ώστε να ξαναρχίσουν τα πειράγματα.

Μετά από λίγη ώρα η δουλειά τελειώσε και ο κ. Δημήτρης Οικονόμου σηκώθηκε, έτοιμος να παραδώσει τα έγγραφα.

-Ορίστε, είναι όλα έτοιμα.

Ο άντρας τα πήρε και πήρε το λόγο.

-Σας ευχαριστούμε πολύ, κύριε...κύριε;
-κ. Δημήτρης Οικονόμου, υπεύθ-

Σε αυτό το σημείο ο κ. Δημήτρης Οικονόμου πάγωσε. Κοίταξε για ακόμη μία φορά τα γεμάτα ζωντάνια, ζεστασιά και αγάπη βλέμματά τους. Τα νέα τους, γεμάτα ζωή και υγεία, κορμιά, και την ευτυχία και αισιοδοξία που ανάβλυζε η παρουσία τους.
"Όχι! Όχι υπεύθυνος! Όχι πια! " βροντοφώναξε και μ'ένα τίναγμα έλυσε την γραββάτα του, την πέταξε στο πάτωμα και πετάχτηκε έξω από την πόρτα του γραφείου του, έξω από το κτίριο, έξω από τον κόσμο του.
Έξω στο δρόμο, έξω που είδε ένα παιδί να παίζει μ'ένα σκύλο, μια παρέα να καμώνεται ότι παίζει μπάλα μ'ένα πατημένο κουτάκι, δυό γονείς να ψευτομαλώνουν ένα παιδί για σκανταλιά μόνο και μόνο για να το πάρουν αγκαλιά λίγο αργότερα, ένα αντρόγυνο να φλερτάρει και ακόμη περισσότερο κόσμο να χαίρεται, να λυπάται, να ζει. Αυτά είδε πριν χαθεί τρέχοντας σ'ένα στενάκι.

Και δεν τον ξαναείδε κανείς τον κ. Δημήτρη Οικονόμου, τον όχι πια υπεύθυνο τμήματος. Τουλάχιστον στην εταιρία.

Comments