H Χρύσα

Η Χρύσα ήταν γεννημένη τον Μάιο του 1983. Εγώ τη γνώρισα σκονισμένη και σκουριασμένη, παρατημένη σε μιαν αποθήκη, επίσης έναν Μάη. Εκείνο του 2017.

Τα σημάδια στο σώμα της φανέρωναν ότι ο χρόνος δεν της είχε φερθεί καθόλου καλά. Η μακροχρόνια χρήση και η μακροχρόνια αχρηστία που την ακολούθησε την είχαν καταπονήσει τόσο, που η άρνηση να συνεργαστεί μαζί μου ήταν παραπάνω από εμφανής. Και, για να είμαι ειλικρινής, δεν την κατηγορούσα για αυτό.

Έτσι, όταν χρεωθήκαμε όπλα στο στρατόπεδο, όσες φορές κι αν προσπάθησα, όση δύναμη κι αν έβαλα ποτέ δεν κατάφερα να μετακινήσω τον σκουριασμένο μοχλό που όπλιζε το G3A3 το οποίο έφερε στο κυρίως μεταλλικό τουμέρος χαραγμένο με κεφαλαία γράμματα το όνομα "ΧΡΥΣΑ".

Το γεγονός αυτό βέβαια δεν με προβλημάτιζε ιδιαίτερα, όπως δεν προβλημάτιζε και οποιονδήποτε αξιωματικό στο στρατόπεδο: όπως και όλα τα υπόλοιπα πράγματα στο στρατό, η λειτουργία των όπλων περιοριζόταν στο "φαίνεσθαι".

Το μόνο για το οποίο ενδιαφερόταν ο διοικητής ήταν οι σκοποί να μην φαίνεται ότι είναι άοπλοι. Το αν και πώς θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα όπλα τους, ήταν ένα ζήτημα εκτός της αρμοδιότητάς του.

Έτσι, μια από εκείνες τις νύχτες που εγώ και η Χρύσα φαινόμασταν και δεν φαινόμασταν (κατά τις εξαιρετικά σαφείς εντολές του αξιωματικού υπηρεσίας σχετικά με τη συμπεριφορά των σκοπών της πύλης), μια από τις εκείνες τις νύχτες που πετριγυριζόμουν από εκατοντάδες απορίες για το νόημα της σκοπιάς, του στρατού και της ζωής γενικότερα,και μην αισθανόμενος -το παραδέχομαι- το αίσθημα υψίστης ευθύνης της φύλαξης του οπλισμού και του ανθρωπίνου πολεμικού δυναμικού της χώρας- περιεργαζόμουν τη Χρύσα.

Και καθώς παρατηρούσα, τα πρόχειρα χαραγμένα γράμματα που της απέδιδαν εκείνη την ιδιαίτερη ανθρώπινη ταυτότητα, μια και μοναδική σκέψη άρχισε να εμφανίζεται στο μυαλό μου, παραμερίζοντας στο διάβα της όλες τις άλλες.

Ποιος άραγε να ήταν αυτός ο μακρινός προκάτοχος του όπλου, που έφτασε στο σημείο να χαράξει πάνω σε ένα G3 ρισκάροντας την επιμήκυνση της παραμονής του στον Ελληνικό Στρατό; Ήταν άραγε η ευτυχία ή η δυστυχία ο λόγος που τον οδήγησε εκεί; Και τέλος πάντων ποιά ήταν η έμπνευση εκείνου του φερέλπι καλλιτέχνη;

Άραγε ήταν κάποια από εκείνες τις γυναίκες που μόλις τις αντικρύζεις είσαι σίγουρος ότι στη θέση του θα έκανες και συ το ίδιο, ή απλά έτσι φαινόταν στα μάτια του; Είχε ξανθά  κόκκινα ή μήπως καστανά μαλλιά, είχε όμορφο χαμόγελο, βλέμμα από αυτά που όταν πέφτουν πάνω σου νιώθεις ότι επικοινωνούν κατευθείαν τη ψυχή σου; Πώς άραγε να ήταν στο σχολείο, πώς ήταν τώρα είχε παντρευτεί, είχε κάνει παιδιά; Ήταν ευτυχισμένη; Ζούσε ή μήπως είχε πεθάνει;

Ύστερα σκέφτηκα Eκείνη. Τη δικιά μου "Χρύσα". Και αμέσως μετά, με εκείνη τη συνειρμική χωρίς την παραμικρή λογική συνέχεια σκέψη που συνηθίζει το μυαλό εντός των ελληνικών στρατοπέδων, σκέφτηκα τον φαντάρο που θα χρεωνόταν το όπλο,μόλις τελειώνα τη θητεία μου.

Αναρωτήθηκα αν εκείνος θα πρόσεχε το όνομα που ήταν χαραγμένο πάνω του, αν θα τον απασχολούσαν τα ίδια πράγματα με εμένα. Προσπάθησα να φανταστώ τις σκέψεις του, τις επιθυμίες του, τους φόβους του.

Και ευχήθηκα να έχει και εκείνος τη δική του Χρύσα, για την οποία να αξίζει να χαράξει ένα G3. Ή, τέλος πάντων, τον δικό του Χρήστο.




Comments