Δίπλα μένουμε

Με ένα κλικ, ο Γιώργος άνοιξε το pc του και μπήκε κατευθείαν στο skype. To πρώτο πράγμα που έκανε κάθε φορά, όταν άνοιγε το pc του ήταν να μπαίνει στο skype. Ήταν κάτι σαν ιεροτελεστία. Πληκτρολόγησε το όνομα χρήστη mary89 και επέλεξε συνομιλία με βίντεο μαζί της.

Το χαμόγελο της mary89 μεγενθυμένο στην οθόνη έκανε τις γνώριμες από τις ταινίες πεταλουδίτσες να φτερουγίσουν στο στομάχι του Γιώργου. Ήταν το συναίσθημα που ένιωθε κάφε φορά. Ήταν το συναίσθημα που είχε νιώσει και την πρώτη φορά που είχε αντικρύσει την mary89 στην οθόνη του pc του.

Ο Γιώργος χάιδεψε το μέρος της οθόνης το οποίο απεικόνιζε τα ξανθά μαλλιά της Μαίρη. Εκείνη του χαμογέλασε και αυτός της ανταπέδωσε το χαμόγελο. Ο Γιώργος δεν γνώριζε την Μαίρη. Δηλαδή, την γνώριζε αλλά δεν είχαν βρεθεί από κοντά. Ούτε μια φορά. Εκείνος ζούσε στην Αθήνα και εκείνη κάπου στο Λονδίνο. Είχαν γνωριστεί στο internet, και μετά από πολλές μέρες συνεχούς επικοινωνίας, αποφάσισαν "να τα φτιάξουν". Υπήρξαν κάποιες υποσχέσεις και προθέσεις για ταξίδια, αλλά τελικά τίποτα δεν έκατσε. Ξέρετε άλλωστε πως είναι αυτά.

Ο Γιώργος και η Μαίρη είχαν κάθε μορφής επικοινωνία που θα μπορούσε να έχει ένα κανονικό ζευγάρι. Ή τουλάχιστον κάθε μορφής. Τουλάχιστον, συναισθηματικά, τα πήγαιναν καλά. Από απόσταση.  "Αλλά τι να κάνεις... Κανείς δεν μπορεί να τα έχει όλα" αναστέναξε ο Γιώργος και έστειλε ένα φιλί από την οθόνη του στην οθόνη της Μαίρη.

Η  Ειρήνη κοίταξε το παράθυρο του διαμερίσματος που βρισκόταν απέναντί της. Δυστυχώς αυτή τη φορά ήταν κλειστό. Η Ειρήνη φαντάστηκε τον νεαρό που ζούσε εκεί να κάθεται σιωπηλά μπροστά από την οθόνη του pc του, όπως έκανε πάντα. Η Ειρήνη περνούσε ώρες ολόκληρες βλέποντας εκείνον τον νεαρό να κάθεται μπροστά από την οθόνη του pc του. Α,χ πόσο της άρεσε! Ευχόταν πραγματικά κάποια στιγμή να τον συναντούσε και στον δρόμο. Δεν είχε τύχει ποτέ να τον δει.  Έστω και κατά τύχη.  Η μόνη εικόνα που είχε ήταν από το παράθυρό της. Πολλές φορές, η Ειρήνη καθόταν και, κοιτάζοντας από το παράθυρο,  υπολόγιζε ποιο είναι το διαμέρισμα στο οποίο μένει εκείνος, ώστε να πάει να του χτυπήσει το κουδούνι. Και κάποια στιγμή, θα το έκανε. Το είχε πάρει απόφαση. Ναι, κάποια στιγμή. Με τη σκέψη αυτή, η ζωή της συνέχιζε. Με τη σκέψη αυτή έβαλε το τραγούδι του Παντελίδη που άκουγε στη διαπασών.

Τα ενοχλητικά τραγούδια της διπλανής ήταν το τελευταίο πράγμα που πείραζε εκείνη τη στιγμή τον Πέτρο. Για την ακρίβεια, ούτε καν τα άκουγε. Ανεβασμένος στην σκάλα, βεβαιώθηκε πως η θηλιά που είχε περάσει από το φωτιστικό ήταν γερή και δεν θα έσπαγε την πιο κρίσιμη στιγμή.
Ο Πέτρος αναλογίστηκε λίγο τον αριθμό των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας που έμενε, και αναρωτήθηκε τι ποσοστό τους θα μάθαινε τον θάνατό του. Ύστερα αναρωτήθηκε τι ποσοστό εκείνων που μάθαιναν τον θάνατό του τον γνώριζε ή τον είχε δει ποτέ του έστω και μια φορά. Έτσι ήταν η ζωή του Πέτρου. Ερωτήσεις χωρίς απαντήσεις.

Καθώς περνούσε τη θηλιά στο λαιμό του, ο Πέτρος θυμήθηκε την ατάκα που του είχε πει η πρώην του, η Μαίρη, όταν είχαν πρωτογνωριστεί: "Και αν χρειαστείς κάτι, χτύπα μου, ε! Δίπλα μένουμε". Μετά από λίγο, εκείνη είχε φύγει για Λονδίνο.

Με την σκέψη αυτή, κλώτσησε τη σκάλα που, με τη σειρά της, έπεσε στο πάτωμα.

Comments