Όνειρα που κάναμε μικροί

Όταν ήσουν μικρός, τα βράδια ή τα ξημερώματα, τις ώρες πριν το ξυπνητήρι σημάνει μια ακόμη μέρα στο σχολείο, ονειρευόσουν.

Ονειρευόσουν ότι σε κάποιο αγώνα μπάσκετ Τρίτης - Τετάρτης στο μεγάλο διάλειμμα, έκανες μια τρίπλα που τους άφηνε όλους άφωνους, και ύστερα ότι κάποιο αψεγάδιαστο τρίποντο ή μεγαλοπρεπές κάρφωμα -αν και το ύψος σου άγγιζε δεν άγγιζε το ένα και σαράντα- έβαζες.

Ή ότι κάποιο πέναλτυ, λίγο πριν τη λήξη της μπάλας και το κουδούνι που καλούσε τους μαθητές πίσω στις τάξεις, απέκρουες, χαρίζοντας τη νίκη -ή έστω, κάποια σπουδαία ισοπαλία- στην ομάδα σου.

Ή ότι "Άριστα" σε εκείνο το πολύ δύσκολο μάθημα, εκείνου του στριμμένου καθηγητή, που τώρα δεν θυμάσαι ούτε το πρόσωπό του, έπαιρνες ,κάνοντας την μισή τάξη να σκάει από την ζήλεια της, και την άλλη μισή να σε κοιτάει με θαυμασμό, ίσως και κάποιους -κορίτσια εάν ήσουν τυχερός- να σου πούνε μπράβο.

Ή, λίγα χρόνια μετά, ότι την Μαιρούλα, στο παγκάκι της πλατείας, φιλούσες, εκδηλώνοντας έτσι τα πρώτα σκιρτήματα της καρδιάς σου, και κερδίζοντας με το σπαθί σου το πρώτο σου κορίτσι.

Και ότι, αυτή την κουκέτα στο δωμάτιο που μοιραζόσουν με τα αδέρφια σου άφηνες, και ότι αγόραζες ένα μεγαλύτερο κρεβάτι, διπλό, για σένα, άντε και την Μαιρούλα. Ότι έπαιρνες αυτοκίνητο, ένα δυόροφο σπίτι στην εξοχή, και άντε, και την Μαιρούλα.



Και τώρα, τόσα χρόνια μετά τα "Άριστα", τις μπάλες και τις Μαιρούλες, αφού άλλαξες τόσα κρεβάτια, μεγάλα, μικρά, αναπαυτικά, σκληρά, μαλακά, διπλά, ημίδιπλα, υπέρδιπλα, πόλεις, χωριά, χώρες, έχεις ξαναγυρίσει σ'εκείνο το παλιό κρεβάτι πάνω στο οποίο ονειρευόσουνα μικρός, γιατί δεν μπορούσε ν'αντέξει η τσέπη σου πια ένα μεγαλύτερο κρεβάτι.

Και αντί για όνειρα, όταν ξυπνάς ιδρωμένος τη νύχτα μέσα στο άγχος, μετανιώνεις που δεν είχες φιλήσει τότε σ'εκείνη την πλατεία την Μαιρούλα. Και σκέφτεσαι ότι τώρα δεν θα ξανάχες ποτέ την ευκαιρία, μιας και είχες ακούσει ότι η Μαιρούλα είχε φύγει σε κάποια μακρινή χώρα, γιατί ποτέ της δεν είχε συμβιβαστεί με τον ύπνο σε παιδικά κρεβάτια.

Και αναρωτιέσαι, εκείνος ο άστεγος της γειτονιάς, που ολόκληρο πρόχειρο νοικοκυριό στο κεντρικό πεζοδρόμιο είχε στήσει, εκείνος ο πρόσφυγας που έβγαλε το χθεσινό βράδυ σ'ένα παγκάκι στην πλατεία ομονοίας, εκείνος που σου ζήτησε στον σταθμό του τρένου πενήντα λεπτά, τι όνειρα να έκαναν μικροί.

Αναρωτιέσαι, αν ονειρεύονται τώρα.




Comments