Τα μεγάλα διλήμματα της ζωής

Διαβάζεις. Βιβλία. Βιβλία σπουδαία. Βιβλία μεγαλόπνοα. Βιβλία που μιλάνε για ανθρώπους που άλλαξαν την εποχή τους. Βιβλία για πράξεις  που συνέβαλλαν σε αυτό που σήμερα με σεβασμό αποκαλούμε Ιστορία. Βιβλία με αποσπάσματα  ή ατάκες που λέμε μέχρι και σήμερα για να το παίξουμε διαβασμένοι ή (και) να κάνουμε εντύπωση. Βιβλία που ανέδειξαν τις αυθεντίες τις οποίες όσα χρόνια κι αν πέρασαν συνεχίζουμε να επικαλούμαστε, σαν ατράνταχτο επιχείρημα. Και φαντάζεσαι.

Τους φαντάζεσαι με τα μαύρα τους καπέλα με τα πλουμιστά τους λοφία να προτείνουν το ασημένιο τους ξίφος πάνω σε κάποιο λόφο. Τους φαντάζεσαι. Τους φαντάζεσαι πάνω από ένα χάρτη να διαφωνούν για το ποια είναι η σωστή στρατηγική κάνοντας γραμμές και ύστερα σβήνοντας με γόμα τα πρόχειρα σχέδιά τους. Τους φαντάζεσαι μέσα στα Χειμερινά Ανάκτορα να ξενυχτούν συζητώντας για το ποιο θα είναι το επόμενό τους βήμα. Τους φαντάζεσαι σε ένα μεγάλο εργοστάσιο, μαύροι από το φούμο, όλοι μαζί να δουλεύουν για να κατασκευάσουν κάτι - ένας θεός ξέρει τι- μεγάλο, τους φαντάζεσαι σε ένα μικρό σκονισμένο δωμάτιο με μόνο ένα στρώμα για κρεβάτι να φωνάζουν "Εύρηκα!", τους φαντάζεσαι να βουτούν την πένα τους στο μελανοδοχείο και να γράφουν με μανία πιτσιλώντας το πολυκαιρισμένο και ήδη λερωμένο τους πουκάμισο, λες και είχαν βουτήξει την πένα στο μυαλό τους το ίδιο. Τους φαντάζεσαι. Τους φαντάζεσαι συζητώντας. Γράφοντας. Σχεδιάζοντας. Πολεμώντας. Χτίζοντας. Αλλάζοντας τον κόσμο.

Και ύστερα σκέφτεσαι.

Σκέφτεσαι ότι εσύ δεν ξέρεις καν τι θα κάνεις αύριο. Σκέφτεσαι ότι εσύ δεν μπορείς να αλλάξεις καν τη διακόσμηση του δωματίου σου. Και σκέφτεσαι και κάτι άλλο. Σκέφτεσαι όλες εκείνες τις ώρες που απέμεινες να κοιτάς τo μήνυμα στην οθόνη του κινητού μην ξέροντας τη σωστή απάντηση, σκέφτεσαι όλες εκείνες τις φορές που έμεινες να στκέκεσαι στο απέναντι πεζοδρόμιο, εκείνες τις νύχτες που έμεινες με το δάχτυλο πάνω από το κουδούνι της χωρίς να είσαι σίγουρος αν πρέπει να το πατήσεις ή όχι. Θυμάσαι εκείνα τα λεπτά, αιώνες ατελείωτους, που χάιδευες με τα δάχτυλά σου το ακουστικό μην γνωρίζοντας αν έπρεπε να το ακούσεις, σε αυτή την αιώνια σκληρή μάχη συναισθημάτων και λογικής. Θυμάσαι ότι ήθελες. Ω ναι, πόσο το ήθελες! Αλλά, ήταν λογικό; 

Η μορφή Τους ξανατρυπώνει βίαια στο μυαλό τους διακόπτωντας τη σκέψη σου.

Και τους ξαναφαντάζεσαι. Ξαναφαντάζεσαι όλους αυτούς τους μεγάλους, σπουδαίους, άντρες που θα μείνουν αθάνατοι μέσα στην Ιστορία. Τους φαντάζεσαι να συζητούν. Να γράφουν. Να σχεδιάζουν. Να πολεμούν. Να χτίζουν. Τους φαντάζεσαι, και ότι λένε, γράφουν, συζητούν, χτίζουν, όποια μάχη δίνουν να αλλάζει το παρόν και το μέλλον. Να δημιουργεί αυτό που σήμερα με σεβασμό αποκαλούμε Ιστορία. Να αλλάζουν τον κόσμο. 

Και ξανασκέφτεσαι. Άραγε αυτοί, ήξεραν; Άραγε αυτοί, με  τα πλουμιστά καπέλα, οι στρατηγοί σκυμμένοι πάνω από τους χάρτες, οι μοναχικοί εφευρέτες, οι ευαίσθητοι συγγραφείς, οι πρωτεργάτες του Οκτώβρη, είχαν δώσει απάντηση στο ερώτημα;

Και αναρωτιέσαι. Όλοι αυτοί, ο Ναπολέων, ο Ντοστογιέφσκι, ο Μαγιακόφσκι, ο Τούρινγκ, ο αδελφός Καραμαζώφ ( ο κάθε ένας ξεχωριστά), ο Παίκτης, ο κύριος Κ. το είχαν πατήσει το κουδούνι; Σήκωσε ο Λένιν το ακουστικό για την Κρούπσκαγια; 

Και ξαφνικά συνειδητοποιείς! Συνειδητοποιείς ότι- 


-ΤΕΛΟΣ-




(Η σωστή απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν έχει γραφτεί ακόμη. Και ούτε πρόκειται).

Comments