Καταδίωξη

Ήταν νύχτα. Το φεγγάρι είχε σχεδόν χαθεί πίσω από κάποια σύννεφα. Οι σάλπιγγες του δίκαιου πολέμου ήχησαν περήφανα και επαναλαμβανόμενα, γεμίζοντας την πόλη με εκκωφαντικούς θορύβους εφησυχασμού. Το ψυχρό -μα τόσο θερμό συνάμα- φως της ασφάλειας, ο φάρος της τάξης, έλαμψε παντού. Ο κόσμος κλείστηκε στα σπίτια του και ασφάλισε τα παντζούρια του, μην μπορώντας να σταθεί αντάξιος της λάμψης της δικαιοσύνης.

Τα περήφανα σιδερένια άτια της Ελληνικής Αστυνομίας βρυχήθηκαν, καταπίνοντας άσφαλτο και ξερνώντας καυσαέριο. Ο εχθρός εντοπίστηκε γρήγορα. Ύπουλος, υποχθόνιος και μελαμψός όπως παντα. Οι τρεις ύποπτα καχεκτικοί μετανάστες έτρεχαν σε φαινομενικά υπεράνθρωπους ρυθμούς: όμως ο  ζήλος και η αυταπάρνηση των δώδεκα φρουρών του φιλήσυχου πολίτη βοήθησαν στο να τους φτάσουν. Γρήγορα περικυκλώθηκαν. Η μάχη ήταν αμφίρροπη. Η επικινδυνότητα μεγάλη.

Μετά από  λίγο, τρία μελαμψά κουφάρια περασμένα με χειροπέδες κείτονταν μέσα σε μια λίμνη αίματος. Τα ανιδιοτελή παλικάρια, οι τηρητές του νόμου, χαμογελούσαν μπροστά σε ακόμη μια επιτυχία ενάντια στον μεγάλο εχθρό της χώρας. Ξεσκονίζοντας, τις πάντα ατσαλάκωτες σκούρες στολές τους και μαζεύοντας τα λάφυρα της νίκης, έβαλαν μπρος και ξεκίνησαν για την επόμενη περιπέτειά τους, για την επόμενη τρανή μάχη του καλού ενάντια στο κακό. Τίποτε άλλο δεν τους κρατούσε πια εδώ.

Ο εχθρός είχε,και για απόψε, κατατροπωθεί. Η νομιμότητα είχε,και για απόψε, τηρηθεί.

Comments